04740 同源字
字源:στηρίζω
原文
Strong's number
出现次数
中文
ἀστήρικτος, ον
00793
2
反覆无常的,不稳定的,软弱的
ἐπιστηρίζω
01991
4
加强,坚固
στηριγμός, οῦ, ὁ
04740
1
稳固的立场(
彼后 3:17
)
στηρίζω
04741
13
使坚强,坚定,坚固;激动;限定,隔开